ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΝΟΧΛΗΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΘΟΡΥΒΟ
«Ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω»… … Λέει μια γνωστή χριστιανική ρήση, τονίζοντας ότι «όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει». Τι συμβαίνει όμως στην περίπτωση που κάποιος από εμάς δεν επιθυμεί να ακούσει κάτι ή στην περίπτωση μάλιστα που κάποια ηχητικά ερεθίσματα μπορεί να υποβαθμίζουν την ποιότητα της ζωής του ή να αποβούν ακόμη και εξαιρετικά ζημιογόνα για τη σωματική, μα και ψυχική του, υγεία; Από την απλή «ηχορρύπανση» ή το ροχαλητό του/ της συζύγου και άλλους θορύβους, έως έναν πολύ δυνατό και επικίνδυνο κρότο… Το αυτί, ως ένα εκ των πολυτιμότερων οργάνων μας, ως πυλώνας αντίληψης του ευρύτερου περιβάλλοντος και κατ’ εξοχήν φορέας επικοινωνίας με τον «εξωτερικό» κόσμο, αποτελεί ταυτόχρονα ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο, μα και εξαιρετικά ευαίσθητο όργανο, χρήσιμο για την ακοή και για τη γενικότερη ισορροπία του οργανισμού. Διάφοροι – και συχνά απρόσμενοι – εξωγενείς παράγοντες μπορεί να προκαλέσουν την επονομαζόμενη νευροαισθητήρια βαρηκοΐα ή κώφωση, η οποία συνήθως προκαλείται από βλάβη των αισθητήριων κυττάρων του κοχλία, μιας δομής που βρίσκεται βαθιά μέσα στο αυτί και που είναι υπεύθυνη για τη μετατροπή των μηχανικών δονήσεων του ήχου σε ηλεκτρικά σήματα. Αυτά, με τη σειρά τους, μεταφέρονται μέσω των νευρών του κοχλία στον εγκέφαλό μας, με τη μορφή εντολών. Όταν ο κοχλίας, δηλαδή το πραγματικό όργανο της ακοής μας, υφίσταται βλάβες, ουσιαστικά πλήττεται η κεντρική οδός της ακοής και, εάν οι βλάβες δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως, η απώλεια της ακοής μπορεί να είναι μόνιμη. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι ο κοχλίας, διαθέτει περίπου 15.000 κύτταρα. Αρκετά λιγότερα δηλαδή από τα κύτταρα των ματιών μας για παράδειγμα. Και αυτά τα λιγοστά “πολύτιμα” κύτταρα δεν μπορούν να αναγεννηθούν, εφόσον καταστραφούν! Πώς όμως μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο; Ο ήχος που ακούμε ταξιδεύει με τη μορφή ηχητικών κυμάτων, τα οποία δεν είναι κάτι άλλο, παρά απλές αλλαγές στην ατμοσφαιρική πίεση. Ο ήχος προσδιορίζεται βάσει της συχνότητας που μετριέται σε Hertz (Hz), της έντασης που μετριέται με τα γνωστά σε όλους μας decibels (dB) και φυσικά, της χρονικής διάρκειάς του. Πρακτικά, ο ήχος μπορεί να θεωρηθεί «θόρυβος», όταν καθίσταται ενοχλητικός ή επιζήμιος για το ακουστικό μας σύστημα. Πιο συγκεκριμένα, ο ήχος γίνεται θόρυβος, όταν η έντασή του υπερβαίνει τα 85 dB. Πρόκειται για το ανώτατο εκείνο όριο, το οποίο τα αυτιά μας μπορούν, υπό φυσιολογικές συνθήκες, να «διαχειριστούν». Όταν εκτιθέμεθα σε ήχους μικρότερους των 85 dB (π.χ. ο ήχος από μια ηλεκτρική σκούπα ή από κάποιον που ροχαλίζει δίπλα μας), ο κίνδυνος βλάβης στην ακοή μας είναι μικρότερος. Όταν όμως ο ήχος που προσλαμβάνουμε είναι πιο δυνατός σε ένταση από το συγκεκριμένο όριο γίνεται επιβλαβής για την ακουστική μας υγεία, ενώ όσο «ανεβαίνουμε προς τα πάνω», τόσο πιο επικίνδυνα γίνονται τα πράγματα.
Η συχνή έκθεσή μας σε δυνατό θόρυβο μπορεί να προκαλέσει:
• Ακουστική κόπωση, μια προσωρινή μείωση της ακοής, που συχνά συνοδεύεται από ένα «κουδούνισμα» ή βουητό μέσα στο αυτί μας, και η οποία συχνά προκαλείται από την παρατεταμένη έκθεση σε δυνατούς θορύβους (ακόμη και άνω των 60dB).
• Τις λεγόμενες «εμβοές», των οποίων τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της ακουστικής κόπωσης, ενώ συχνά συνοδεύονται από ήχο «τυμπάνων» μέσα στο αυτί μας.
• Μόνιμο ακουστικό τραύμα, το οποίο προκαλείται από συστηματική έκθεση σε ιδιαίτερα υψηλό θόρυβο (άνω των 85 dB) και για περισσότερο από 8 ώρες, είτε για μια φορά, είτε συνεχόμενα. Προκαλεί μόνιμη βλάβη στον κοχλία του αυτιού και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε κώφωση! • Ρήξη τυμπάνου, η οποία προκαλείται από κάποιον πολύ έντονο θόρυβο, μια ιδιαίτερα επικίνδυνη ηχητική «έκρηξη». Τέτοιου είδους υψηλές ηχητικές συχνότητες μπορούν να προκαλέσουν άμεση βλάβη στη μεμβράνη του τυμπάνου Ο θόρυβος μπορεί πράγματι να είναι ο πιο «διαβόητος» εχθρός της ακοής μας, όμως δεν είναι ο μόνος. Το κερί των αυτιών που παράγεται φυσιολογικά, για παράδειγμα, είναι ένα φυσικό όχημα προστασίας – και αυτοκαθαρισμού – του αυτιού μας, έναντι του θορύβου, αλλά και διαφόρων επιμολυντικών εξωτερικών παραγόντων. Όταν όμως ,συχνά, ενσωματώνει κόκκους σκόνης καθώς και νεκρά κύτταρα, τότε ενδέχεται να μπλοκάρει τον ακουστικό πόρο και να προκαλέσει έντονο βουητό, ακόμα και αίσθηση ζαλάδας, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη αφαίρεσής του. Επίσης, όλοι μας έχουμε ακούσει για το λεγόμενο «αυτί του κολυμβητή». Η εξωτερική ωτίτιδα ονομάζεται έτσι, διότι το φαινόμενο παρατηρείται κυρίως τους θερινούς μήνες σε παραλιακές περιοχές, όταν δηλαδή το αυτί μας εκτίθεται στο νερό της θάλασσας ή γενικότερα σε υγρό περιβάλλον. Το θερμό, υγρό, σκοτεινό περιβάλλον του ΕΑΠ (Εξω-ακουστικού Πόρου) γίνεται ένα ιδανικό περιβάλλον για τη δημιουργία μιας μόλυνσης. Ωστόσο, εκτός από την έκθεση σε νερό, το ίδιο «φιλόξενο» περιβάλλον μπορεί να δημιουργήσει η πολύωρη εφαρμογή ακουστικών βαρηκοΐας, καθώς και αυτά φυλακίζουν την υγρασία μέσα στο αυτί, εμποδίζοντάς το να διατηρηθεί στεγνό. Εάν η, παρατεταμένη ή μη, έκθεσή μας σε ιδιαίτερα θορυβώδες περιβάλλον δεν έχει προκαλέσει ακουστικό τραύμα ή μόνιμη βλάβη στο ακουστικό μας σύστημα, σε περίπτωση δηλαδή ακουστικής κόπωσης, συνίσταται η ξεκούραση σε ήρεμο και ήσυχο περιβάλλον. Από την άλλη, η εξωτερική ωτίτιδα αντιμετωπίζεται συνήθως με την τοπική ενστάλαξη μυκοστατικών διαλυμάτων (π.χ. Cue), με δραστικά, στις περισσότερες των περιπτώσεων, αποτελέσματα. Ωστόσο, ως γνωστόν, η καλύτερη αντιμετώπιση όλων των προβλημάτων είναι η πρόληψη. Και εδώ, κάτι τέτοιο επιτεύχθηκε μόνο με τη χρήση τεχνητών, αλλά εύχρηστων μέσων ακουστικής προστασίας. Όλα άρχισαν το 1918, όταν ένας Γάλλος φαρμακοποιός έφτιαξε με κερί και βαμβάκι την πρώτη ωτοασπίδα για έναν πελάτη του. Ενθαρρυμένος από την ενθουσιώδη ανταπόκριση των πελατών του, το 1921 δημιούργησε την εταιρεία Quies (κιές) που στα Λατινικά σημαίνει ησυχία, ηρεμία ή και ξεκούραση. Τα υπόλοιπα είναι απλά… ιστορία ενός ολόκληρου, σχεδόν, αιώνα, αφού η συγκεκριμένη σειρά, εκτός του ότι αποτελεί πλέον σχεδόν συνώνυμο της ωτοασπίδας, έως και σήμερα παρέχει μια ολοκληρωμένη και εύχρηστη σειρά προστασίας του αυτιού από κάθε λογής εξωτερικό εχθρό της ακοής μας! Πιο αναλυτικά:
• Οι Ωτοασπίδες από φυσικό κερί παρέχουν προστασία από το θόρυβο, το κρύο, το νερό και τη σκόνη (Μείωση θορύβου: 27dB)
• Οι Ωτοασπίδες από αφρώδη πολυουρεθάνη παρέχουν προστασία από τον υψηλό θόρυβο, το κρύο και τη σκόνη (Μείωση θορύβου: 35 dB)
• Οι Ωτοασπίδες από εύκαμπτη σιλικόνη με κορδόνι παρέχουν αποτελεσματική προστασία για καταστάσεις διακοπτόμενου θορύβου (Μείωση θορύβου: 26dB)
• Οι Ωτοασπίδες από σιλικόνη κατάλληλες για κολυμβητές παρέχουν αποτελεσματική προστασία από το νερό, τη σκόνη, το κρύο και το θόρυβο (Μείωση θορύβου: 24dΒ)
• Οι Ωτοασπίδες ειδικές για αεροπορικά ταξίδια (earplanes), τέλος, παρέχουν αποτελεσματική προστασία από τις μεταβολές της πίεσης, βοηθώντας το τύμπανο του αυτιού να προσαρμοστεί στην απότομη και επώδυνη αλλαγή της πίεσης του αέρα. Το αυτί, λοιπόν, είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο αισθητήριο όργανο. Διαφέρει από τα άλλα αισθητήρια όργανα (μάτια, στόμα) στο ότι δεν μπορεί να κλείσει και δεν διαθέτει κανένα μέσο προστασίας. Το πρόβλημα του θορύβου από την άλλη απέκτησε ιδιαίτερη σημασία στο σύγχρονο πολιτισμό και έγινε αντικείμενο συστηματικής μελέτης, ιδιαίτερα δε στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, όπου η λεγόμενη ηχορρύπανση παραμονεύει παντού. Στους δρόμους, στους χώρους εργασίας, ακόμα – και ιδιαίτερα μάλιστα – στους χώρους διασκέδασης. Το γεγονός αυτό καθιστά τη χρήση τεχνητών μέσων ακουστικής προστασίας ιδιαίτερα σημαντική. H σειρά Quies δεν αποτελεί μόνο την πρώτη επιλογή των Γάλλων, αλλά και την πιο αξιόπιστη και εξαιρετικής ποιότητας σειρά προστασίας, δοκιμασμένη μάλιστα σε ιδιαίτερα θορυβώδεις και επικίνδυνες καταστάσεις. Ο δημιουργός της ωτοασπίδας εγγυάται άριστη «ηχομόνωση» και μια ιδανική «ηχητική» ποιότητα ζωής!
Μαρία Σκούρτη Φαρμακοποιός